ἡμίσειαν

ἡμίσειαν
ἥμισυς
half
fem acc sg
ἡμίσεια
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • GATHYNIA — urbs a Lacone Rege condita iuxta mare, ut Cedren. nobis tradit. Ο῾ τόι νυν Λάκων την` ἡμίσειαν χώραν λαχὼν, Λακωνικην` ενάλεσεν, ἦς τριάκοντο τρεῖς χρόνους βασιλεύσας, ἔκτισε πόλιν παράλιον την` Γαθυνίαν. Nic. Lloydius …   Hofmann J. Lexicon universale

  • σίλιγνις — και σέλιγνις, ίγνεως, ἡ, ΜΑ λεπτό αλεύρι από σιλίγνιον* («εἶτα ἐπέβαλον μέλι καὶ σιλίγνεως ἡμίσειαν», Ευστ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < σίλιγνον σελίγνιον «είδος σίτου» + επίθημα ις] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”